Ταχογράφος

Παρασκευή 25 Νοεμβρίου 2011

Κούνια που με κούναγε

Πάντα μου άρεσε να κάνω κούνια. Η παιδική χαρά της γειτονιάς μου ήταν η παιδική μου απόδραση στο μέλλον. Κάθε σπρωξιά και ένα βήμα ψηλότερα. Η αίσθηση του αέρα, κόντρα στο παιδικό μου πρόσωπο, κάθε φορά και πιο κοντά στην αίσθηση μιας δυνατής συγκίνησης πέραν των όσων είχα ως τότε βιώσει και επεξεργαστεί. Όνειρα για ένα άλμα ζωής στο παντοτινό και το άπιαστο. Και η προτίμησή μου πάντα στις κούνιες χωρίς πλάτη. Μία μόνη σανίδα επαφής και δύο αλυσίδες που ήξερες πως ανά πάσα στιγμή μπορείς να αφήσεις και να αφεθείς στην πηχτή βαρύτητα του παρόντος μένοντας για ένα δευτερόλεπτο μετέωρος στο κενό σαν τη απόλυτη ευκαιρία αιώρησης στο αβέβαιο που τότε φάνταζε μοναδικά γοητευτικό. Και όσο τα χρόνια περνούσαν, εγώ εκεί, να ανακαλύπτω και νέους τρόπους επανάληψης του αισθήματος, κάνοντας τα πόδια κουπιά στον αδιόρατο αέρα που πιστός κάθε φορά στους νόμους του μου έδινε την ευκαιρία και τη χαρά να ταξιδεύω στα όνειρά μου. Και τα όνειρα να μη σταματούν ποτέ και να με περιμένουν για νέες περιπέτειες πιο αδηφάγα κι απ’ τον ίδιο το δημιουργό τους. Και η ζωή να προχωρά και η σανίδα να έλκεται όλο και πιο κοντά στο έδαφος και οι αλυσίδες να μαγνητίζουν την σκληρή παλάμη μου και το παιχνίδι μου ταλαιπωρία και μόνο μου όνειρο η φυγή. Μακριά από την κούνια.  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου